Greek Meaning of arterial sclerosis
Αρτηριοσκλήρυνση
Other Greek words related to Αρτηριοσκλήρυνση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of arterial sclerosis
- arterial road => Οδός ταχείας κυκλοφορίας
- arterial pressure => Αρτηριακή πίεση
- arterial plaque => Αρτηριακή πλάκα
- arterial blood vessel => Αρτηρία
- arterial blood gases => Αρτηριακά αέρια αίματος
- arterial blood => Αρτηριακό αίμα
- arterial => αρτηριακός
- arteriac => αρτηριακό
- arteria vertebralis => σπονδυλική αρτηρία
- arteria uterina => μητριαία αρτηρία
Definitions and Meaning of arterial sclerosis in English
arterial sclerosis (n)
sclerosis of the arterial walls
FAQs About the word arterial sclerosis
Αρτηριοσκλήρυνση
sclerosis of the arterial walls
No synonyms found.
No antonyms found.
arterial road => Οδός ταχείας κυκλοφορίας, arterial pressure => Αρτηριακή πίεση, arterial plaque => Αρτηριακή πλάκα, arterial blood vessel => Αρτηρία, arterial blood gases => Αρτηριακά αέρια αίματος,