Greek Meaning of antiputrescent
αντισηπτικό
Other Greek words related to αντισηπτικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of antiputrescent
- antiputrefactive => αντισηπτικό
- antiptosis => αντιπτώση
- antipsychotic drug => Αντιψυχωσικό φάρμακο
- antipsychotic agent => Αντιψυχωσικό φάρμακο
- antipsychotic => αντιψυχωσικό
- antipsoric => αντισμηκτικό
- antipruritic => Αντιπυρετικός
- antiprotozoal drug => Αντιπρωτοζωικό
- antiprotozoal => αντιπρωτοζωικός
- antiproton => αντιπρότωνιο
Definitions and Meaning of antiputrescent in English
antiputrescent (a.)
Counteracting, or preserving from, putrefaction; antiseptic.
FAQs About the word antiputrescent
αντισηπτικό
Counteracting, or preserving from, putrefaction; antiseptic.
No synonyms found.
No antonyms found.
antiputrefactive => αντισηπτικό, antiptosis => αντιπτώση, antipsychotic drug => Αντιψυχωσικό φάρμακο, antipsychotic agent => Αντιψυχωσικό φάρμακο, antipsychotic => αντιψυχωσικό,