Greek Meaning of antipruritic
Αντιπυρετικός
Other Greek words related to Αντιπυρετικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of antipruritic
- antipsoric => αντισμηκτικό
- antipsychotic => αντιψυχωσικό
- antipsychotic agent => Αντιψυχωσικό φάρμακο
- antipsychotic drug => Αντιψυχωσικό φάρμακο
- antiptosis => αντιπτώση
- antiputrefactive => αντισηπτικό
- antiputrescent => αντισηπτικό
- antipyic => αντιπυρετικό
- antipyresis => Αντιπυρετικό
- antipyretic => Αντιπυρετικό
Definitions and Meaning of antipruritic in English
antipruritic (n)
a substance that relieves or prevents itching
FAQs About the word antipruritic
Αντιπυρετικός
a substance that relieves or prevents itching
No synonyms found.
No antonyms found.
antiprotozoal drug => Αντιπρωτοζωικό, antiprotozoal => αντιπρωτοζωικός, antiproton => αντιπρότωνιο, antipope => Αντίπαπας, antipollution => αντιρρύπανση,