Greek Meaning of anonymousness
ανωνυμία
Other Greek words related to ανωνυμία
Nearest Words of anonymousness
Definitions and Meaning of anonymousness in English
anonymousness (n.)
The state or quality of being anonymous.
FAQs About the word anonymousness
ανωνυμία
The state or quality of being anonymous.
ένα,ανώνυμος,βέβαιος,μερικά,Άγνωστος,αδιευκρίνιστο,δεδομένος,ιδιαίτερο,συγκεκριμένος
γνωστός,ονομαζόμενος
anonymously => ανώνυμα, anonymous ftp => ανώνυμο FTP, anonymous file transfer protocol => Πρωτόκολλο ανώνυμης μεταφοράς αρχείων, anonymous => Ανώνυμος, anonymity => Ανωνυμία,