FAQs About the word alongshore

Κατά μήκος της ακτής

Along the shore or coast.

παράκτιος,εκτός ακτής,παράκτιος,παράκτιο,κοντά στην ακτή,ακτή,παραλία,όχθη

βαθιά νερά,ωκεάνιος,μπλε νερά

along => κατά μήκος, aloneness => μοναξιά, alonely => μοναχικός, alone => μόνος, alomancy => αλμαντική,