Greek Meaning of airbrake
Αερόφρενο
Other Greek words related to Αερόφρενο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of airbrake
- airborne transmission => Αερομεταφερόμενη μετάδοση
- airborne patrol => αερομεταφερόμενη περιπολία
- airborne => αερομεταφερόμενος
- air well => φρεάτιο αερισμού
- air wave => Ραδιοκύματα
- air vessel => αεροδοχείο
- air unit => Αεροπορική μονάδα
- air traveller => Αεροταξιδιώτης
- air traveler => Αεροταξιδιώτης
- air travel => αεροπορικά ταξίδια
Definitions and Meaning of airbrake in English
airbrake (n)
a small parachute or articulated flap to reduce the speed of an aircraft
a vehicular brake that operates by compressed air; especially for heavy vehicles
FAQs About the word airbrake
Αερόφρενο
a small parachute or articulated flap to reduce the speed of an aircraft, a vehicular brake that operates by compressed air; especially for heavy vehicles
No synonyms found.
No antonyms found.
airborne transmission => Αερομεταφερόμενη μετάδοση, airborne patrol => αερομεταφερόμενη περιπολία, airborne => αερομεταφερόμενος, air well => φρεάτιο αερισμού, air wave => Ραδιοκύματα,