FAQs About the word aerostat

Αερόστατο

A balloon., A balloonist; an aeronaut., A passive balloon; a balloon without motive power.

No synonyms found.

No antonyms found.

aerosphere => Ατμόσφαιρα, aerospace medicine => Αεροδιαστημική ιατρική, aerospace engineer => Μηχανικός αεροδιαστημικής, aerospace => Αεροδιαστημική, aerosolized => αεροδιασκορπισμένα,