FAQs About the word adrenosterone

Αδρενοστερόνη

a steroid having androgenic activity; obtained from the cortex of the adrenal gland

No synonyms found.

No antonyms found.

adrenocorticotropin => Αδρενοκορτικοτροπίνη, adrenocorticotropic hormone => Αδρενοκορτικοτροπική ορμόνη, adrenocorticotropic => αδρενοκορτικοτροπικός, adrenocorticotrophin => αδρενοκορτικοτροπίνη, adrenocorticotrophic hormone => Αδρενοκορτικοτροπική ορμόνη,