Greek Meaning of adopter
υιοθετούντες
Other Greek words related to υιοθετούντες
- δανείζομαι
- αγκαλιάζω
- αφομοιωθεί
- καλλιεργώ
- υποστηρίζω
- ακολουθήστε
- μιμούμαι
- ενσωματώνω
- αναλαμβάνω
- αναλαμβάνω
- χρήση
- αξιοποιώ
- απορροφώ
- επηρεάζω
- κατάλληλος
- αλαζόνας
- να υποθέτω Assume
- εκτιμώ
- Αντίγραφο
- εξημερώνω
- αναθρέφω
- Προσέχω
- τιμή
- πολιτογραφώ
- θρέφω
- επισημαίνω
- προσποιούμαι
- βραβείο
- παράθεση
- ανυψώνω
- προσομοιώνω
- αναλαμβάνω
- θησαυρός
- σφετερίζομαι
Nearest Words of adopter
Definitions and Meaning of adopter in English
adopter (n)
a person who adopts a child of other parents as his or her own child
adopter (n.)
One who adopts.
A receiver, with two necks, opposite to each other, one of which admits the neck of a retort, and the other is joined to another receiver. It is used in distillations, to give more space to elastic vapors, to increase the length of the neck of a retort, or to unite two vessels whose openings have different diameters.
FAQs About the word adopter
υιοθετούντες
a person who adopts a child of other parents as his or her own childOne who adopts., A receiver, with two necks, opposite to each other, one of which admits the
δανείζομαι,αγκαλιάζω,αφομοιωθεί,καλλιεργώ,υποστηρίζω,ακολουθήστε,μιμούμαι,ενσωματώνω,αναλαμβάνω,αναλαμβάνω
εγκαταλείπω,εγκαταλείπω,εγκαταλείπω,απορρίπτω,παραιτούμαι,παράδοση,απαρνηθώ,απορρίπτω,απαρνιέμαι,απαρνηθώ
adoptee => Υιοθετημένο, adopted => υιοθετημένος, adoptable => υιοθετήσιμος, adopt => υιοθετώ, adoors => πόρτες,