FAQs About the word addicting

εθιστικό

of Addict

εθιστικός,εθιστικός,σκληρός

μη εθιστικό,μαλακός

addictedness => εθισμός, addicted => εθισμένος, addict => εθισμένος, addice => εθισμένος, addible => Προσθετικός,