Greek Meaning of actinometry
Ακτινομέτρηση
Other Greek words related to Ακτινομέτρηση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of actinometry
- actinometrical => ακτινομετρικός
- actinometric => ακτινομετρικός
- actinometer => Ακτινόμετρο
- actinomeris alternifolia => Ακτινομερίς η εναλλάσσουσα
- actinomeris => ακτινομερίς
- actinomere => ακτινομερές
- actinology => Ακτινολογία
- actinolitic => ακτινολιθικός
- actinolite => Ακτινόλιθος
- actinoid => ακτινοειδή
- actinomorphic => Ακτινόμορφος
- actinomorphous => ακτινομορφικός
- actinomyces => ακτινομύκητες
- actinomycetaceae => Ακτινομυκητοειδή
- actinomycetal => ακτινομυκητιακό
- actinomycetales => Ακτινομυκητιώματα
- actinomycete => ακτινομύκητες
- actinomycetous => ακτινομυκητιακός
- actinomycin => Ακτινομυκίνη
- actinomycosis => ακτινομύκωση
Definitions and Meaning of actinometry in English
actinometry (n)
measuring the intensity of electromagnetic radiation (especially of the sun's rays)
actinometry (n.)
The measurement of the force of solar radiation.
The measurement of the chemical or actinic energy of light.
FAQs About the word actinometry
Ακτινομέτρηση
measuring the intensity of electromagnetic radiation (especially of the sun's rays)The measurement of the force of solar radiation., The measurement of the chem
No synonyms found.
No antonyms found.
actinometrical => ακτινομετρικός, actinometric => ακτινομετρικός, actinometer => Ακτινόμετρο, actinomeris alternifolia => Ακτινομερίς η εναλλάσσουσα, actinomeris => ακτινομερίς,