Greek Meaning of acrylic paint
Ακρυλικό χρώμα
Other Greek words related to Ακρυλικό χρώμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of acrylic paint
- acrylic resin => Ακρυλική ρητίνη
- acrylonitrile => Ακρυλονιτρίλιο
- acrylonitrile-butadiene-styrene => ακρυλονιτρίλιο-βουταδιένιο-στυρένιο
- act => Πράξη
- act as => ενεργεί ως
- act involuntarily => Πράττω ακούσια
- act of god => ανωτέρα βία
- act on => ενεργώ επάνω σε
- act out => παίζω
- act reflexively => ενεργώ αντανακλαστικά
Definitions and Meaning of acrylic paint in English
acrylic paint (n)
used especially by artists
FAQs About the word acrylic paint
Ακρυλικό χρώμα
used especially by artists
No synonyms found.
No antonyms found.
acrylic fiber => Ακρυλικές ίνες, acrylic acid => Ακρυλικό οξύ, acrylic => ακρυλικό, acrylate resin => Ακρυλική ρητίνη, acrylate => Ακρυλικό,