Greek Meaning of acrobatism
Ακροβασία
Other Greek words related to Ακροβασία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of acrobatism
- acrocarp => ακρόκαρπον
- acrocarpous => Ακρόκαρπος
- acrocarpous moss => Ακροκάρπιοι βρύοι
- acrocarpus => Ακρόκαρπος
- acrocarpus fraxinifolius => Acrocarpus fraxinifolius
- acrocentric => Ακροκεντρικά
- acrocentric chromosome => Ακροκεντρικό χρωμόσωμα
- acrocephalic => ακροκεφαλικός
- acrocephalus => Καλαμοκανάδες
- acrocephalus schoenobaenus => Καλαμοκανάδα
Definitions and Meaning of acrobatism in English
acrobatism (n.)
Feats of the acrobat; daring gymnastic feats; high vaulting.
FAQs About the word acrobatism
Ακροβασία
Feats of the acrobat; daring gymnastic feats; high vaulting.
No synonyms found.
No antonyms found.
acrobatics => Ακροβατικά, acrobatic stunt => ακροβατικό κόλπο, acrobatic feat => ακροβατικό επίτευγμα, acrobatic => ακροβατικός, acrobates => Ακροβάτες,