Greek Meaning of yellow-breasted chat
Κίτρινομαυροπούλης δρυοκολάπτης
Other Greek words related to Κίτρινομαυροπούλης δρυοκολάπτης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of yellow-breasted chat
- yellow-breasted bunting => Κιτρινοπούλι
- yellow-blue dichromacy => Κιτρινοκυανή διχρωματοψία
- yellow-blue color blindness => Μωβωποκίτρινο χρωματικό έλλειμμα
- yellow-blindness => Τυφλή ανικανότητα διάκρισης του κίτρινου
- yellowbird => Κιτρινοπούλι
- yellowbill => Κίτρινος νυχτοκόρακας
- yellowbelly marmot => Κιτρινοκάτσικο
- yellow-bellied terrapin => Κίτρινη χελώνα με κίτρινη κοιλιά
- yellow-bellied sapsucker => Κιτρινοκάμαυλος δρυοκολάπτης
- yellow-bellied => κίτρινο-κοιλιάς
- yellow-brown => Κίτρινο-καφέ
- yellowcake => Κίτρινος κέικ
- yellow-covered => κίτρινου χρώματος εξώφυλλο
- yellow-crowned night heron => Χαραδριός
- yellow-dog contract => Σύμβαση του κίτρινου σκύλου
- yellowed => κιτρινισμένο
- yellow-eyed => με κίτρινα μάτια
- yellow-eyed grass => Ξανθοφθάλμι
- yellow-eyed grass family => Οικογένεια Xanthorrhoeaceae
- yellow-fever mosquito => Κουνούπι κίτρινου πυρετού
Definitions and Meaning of yellow-breasted chat in English
yellow-breasted chat (n)
American warbler noted for imitating songs of other birds
FAQs About the word yellow-breasted chat
Κίτρινομαυροπούλης δρυοκολάπτης
American warbler noted for imitating songs of other birds
No synonyms found.
No antonyms found.
yellow-breasted bunting => Κιτρινοπούλι, yellow-blue dichromacy => Κιτρινοκυανή διχρωματοψία, yellow-blue color blindness => Μωβωποκίτρινο χρωματικό έλλειμμα, yellow-blindness => Τυφλή ανικανότητα διάκρισης του κίτρινου, yellowbird => Κιτρινοπούλι,