Greek Meaning of woolley
μάλλινος
Other Greek words related to μάλλινος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of woolley
- woolliness => χνουδωτότητα
- woolly => μάλλινος
- woolly adelgid => Εριωδικός της ελάτης
- woolly alder aphid => Αφίδες ερυθρελάτης
- woolly aphid => Μαλλιαρή αφίδα
- woolly apple aphid => Αλευρώδης
- woolly bear => χνουδωτή κάμπια
- woolly bear caterpillar => Σκώληκας με τρίχες
- woolly bear moth => Γεωμέτρης κράμβης
- woolly daisy => Χνοώδης μαργαρίτα
Definitions and Meaning of woolley in English
woolley (n)
English archaeologist who supervised the excavations at Ur (1880-1960)
FAQs About the word woolley
μάλλινος
English archaeologist who supervised the excavations at Ur (1880-1960)
No synonyms found.
No antonyms found.
woollen => μάλλινο, woollcott => Γουόλκοτ, woolhead => μαλλιαρός, wool-hall => Σαλόνι μαλλιού, woolgrower => Εκτροφέας προβάτων,