Greek Meaning of wild sheep
Μουφλόν
Other Greek words related to Μουφλόν
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of wild sheep
- wild service tree => Σφένδαμος ο φιλύρινος
- wild sensitive plant => Άγριο ευαίσθητο φυτό
- wild sarsparilla => Σαρσαπαρίλλα άγρια
- wild sarsaparilla => Αγριόσαρσα
- wild sage => Άγρια φασκομηλιά
- wild rye => αμάραντος
- wild rosemary => Άγρια ρίγανη
- wild rice => Άγριο ρύζι
- wild red oat => Άγρια κόκκινη βρώμη
- wild raspberry => Αγριο σμέουρο
- wild snapdragon => Άγρια αντιρρίνι
- wild spinach => Αγριοσπανάκι
- wild spurge => Ευφορβία η πόλιο
- wild strawberry => άγρια φράουλα
- wild sweet pea => Γλυκό μπιζέλι
- wild sweet potato vine => Άγρια γλυκοπατάτα
- wild tamarind => Άγριο ταμάρινδο
- wild teasel => Κάρδαμο
- wild thyme => Θυμάρι άγριο
- wild tobacco => Άγριο καπνό
Definitions and Meaning of wild sheep in English
wild sheep (n)
undomesticated sheep
FAQs About the word wild sheep
Μουφλόν
undomesticated sheep
No synonyms found.
No antonyms found.
wild service tree => Σφένδαμος ο φιλύρινος, wild sensitive plant => Άγριο ευαίσθητο φυτό, wild sarsparilla => Σαρσαπαρίλλα άγρια, wild sarsaparilla => Αγριόσαρσα, wild sage => Άγρια φασκομηλιά,