Greek Meaning of white slave
Λευκός σκλάβος
Other Greek words related to Λευκός σκλάβος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of white slave
- white silk-cotton tree => Το δέντρο του λευκού μεταξιού
- white sheep => Λευκό πρόβατο
- white shark => Καρχαρίας
- white separatist => Λευκός αποσχιστής
- white separatism => Λευκός αποχωρισμός
- white seabass => λαβρακι
- white sea => Λευκή Θάλασσα
- white sauce => λευκή σάλτσα
- white sanicle => Άγιος Ιωάννης
- white sale => Λευκές εκπτώσεις
- white slaving => Λευκή σκλαβιά
- white slime mushroom => Λευκό σλίμ μανιτάρι
- white snakeroot => λευκή κουτσουπιά
- white snapdragon => Άσπρο στόμα του λιονταριού
- white spanish broom => Γενιστάρι το ισπανικό
- white spruce => Έλατο άσπρο
- white squire => λευκός ιππότης
- white stork => Λευκός πελαργός
- white stringybark => Εвкаλυπτος ελαφρός
- white sturgeon => λευκός οξύρυγχος
Definitions and Meaning of white slave in English
white slave (n)
a woman sold into prostitution
white slave ()
A woman held in involuntary confinement for purposes of prostitution; loosely, any woman forced into unwilling prostitution.
FAQs About the word white slave
Λευκός σκλάβος
a woman sold into prostitutionA woman held in involuntary confinement for purposes of prostitution; loosely, any woman forced into unwilling prostitution.
No synonyms found.
No antonyms found.
white silk-cotton tree => Το δέντρο του λευκού μεταξιού, white sheep => Λευκό πρόβατο, white shark => Καρχαρίας, white separatist => Λευκός αποσχιστής, white separatism => Λευκός αποχωρισμός,