FAQs About the word welked

μαραμένος

of Welk, See Whelked.

No synonyms found.

No antonyms found.

welk => Μαραμένος, welfarist => της πρόνοιας, welfaring => ευημερία, welfare-statist => Κρατικιστής κοινωνικής πρόνοιας, welfare worker => κοινωνικός λειτουργός,