Greek Meaning of verberate
ταλαντευόμενος
Other Greek words related to ταλαντευόμενος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of verberate
- verbenating => Δεν υπάρχει άμεση μετάφραση
- verbenated => βερβενούχος
- verbenate => βερμπενοειδής
- verbenaceous => λουϊζιάνη
- verbenaceae => Μπιγνόνια
- verbena family => Βερβινοειδή (Verbenaceae)
- verbena => βερβένα
- verbatim => κατά λέξη
- verbascum thapsus => Βαμβακόχορτο
- verbascum phoeniceum => Καυκαλήθρα φοινικοειδής
- verberation => αντήχηση
- verbesina => Βερβεσηνα
- verbesina alternifolia => Verbesina alternifolia
- verbesina helianthoides => verbesina helianthoides
- verbesina virginica => Verbesina virginiana
- verbiage => Πολυλογία
- verbify => Ρηματοποιώ
- verbolatry => λατρεία του λόγου
- verbose => φλύαρος
- verbosely => εκτενώς
Definitions and Meaning of verberate in English
verberate (v. t.)
To beat; to strike.
FAQs About the word verberate
ταλαντευόμενος
To beat; to strike.
No synonyms found.
No antonyms found.
verbenating => Δεν υπάρχει άμεση μετάφραση, verbenated => βερβενούχος, verbenate => βερμπενοειδής, verbenaceous => λουϊζιάνη, verbenaceae => Μπιγνόνια,