Greek Meaning of vecture
φορέας
Other Greek words related to φορέας
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of vecture
- vector-borne transmission => Διανυσματική διαβίβαση
- vector sum => Διανυσματικό άθροισμα
- vector product => Διανυσματικό γινόμενο
- vector decomposition => Ανάλυση φορέα
- vector algebra => Διανυσματική Άλγεβρα
- vector => διάνυσμα
- vectitation => Βεκτιτασιόνα
- vection => διανύσματος
- veblen => Veblen
- veau => Μοσχάρι
Definitions and Meaning of vecture in English
vecture (n.)
The act of carrying; conveyance; carriage.
FAQs About the word vecture
φορέας
The act of carrying; conveyance; carriage.
No synonyms found.
No antonyms found.
vector-borne transmission => Διανυσματική διαβίβαση, vector sum => Διανυσματικό άθροισμα, vector product => Διανυσματικό γινόμενο, vector decomposition => Ανάλυση φορέα, vector algebra => Διανυσματική Άλγεβρα,