Greek Meaning of vaticinator
μάντης
Other Greek words related to μάντης
Nearest Words of vaticinator
- vaticination => μαντεία
- vaticinate => προφητεύω
- vaticinal => προφητικός
- vaticide => προφήτη δολοφόνο
- vaticanist => βατικανιστής
- vaticanism => Βατικανό
- vatican palace => Παλάτι του Βατικανού
- vatican ii => Β' Βατικανή Σύνοδος
- vatican i => Πρώτη Σύνοδος του Βατικανού
- vatican council => Σύνοδος του Βατικανού
Definitions and Meaning of vaticinator in English
vaticinator (n)
an authoritative person who divines the future
vaticinator (n.)
One who vaticinates; a prophet.
FAQs About the word vaticinator
μάντης
an authoritative person who divines the futureOne who vaticinates; a prophet.
προβλέπω,προβλέπω,διαβάζω,συναγερμός,ανακοινώνω,οιωνοσκόπος,κλήση,προσοχή,πρόβλεψη,προβλέπω
Περιγράφω,σχετίζεσθαι,Αναφορά,λέω,αφηγούμαι,απαγγέλλω,διηγούμαι
vaticination => μαντεία, vaticinate => προφητεύω, vaticinal => προφητικός, vaticide => προφήτη δολοφόνο, vaticanist => βατικανιστής,