Greek Meaning of uranium ore
ουράνιο μετάλλευμα
Other Greek words related to ουράνιο μετάλλευμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of uranium ore
- uran-ocher => Ουράνιο ώχρα
- uran-ochre => Ουρανόχρωμος γαιώδης χρωστική ουσία
- uranographic => ουρανογραφικός
- uranographical => ουρανογραφικός
- uranographist => Ουρανιογράφος
- uranography => Ουρανογραφία
- uranolite => Ουρανιολίτης
- uranologist => Ουρανιολόγος
- uranology => ουρανολογία
- uranometria => Ουρανομετρία
Definitions and Meaning of uranium ore in English
uranium ore (n)
any ore from which uranium can be extracted
FAQs About the word uranium ore
ουράνιο μετάλλευμα
any ore from which uranium can be extracted
No synonyms found.
No antonyms found.
uranium 238 => ουράνιο 238, uranium 235 => Ουράνιο 235, uranium => ουράνιο, uranitic => ουρανιτικός, uranite => ουρανίτης,