FAQs About the word untrammeled

ανεμπόδιστος

not confined or limitedNot hampered or impeded; free.

No synonyms found.

No antonyms found.

untrained => ανεκπαίδευτος, untraditional => μη παραδοσιακό, untraded => μη εμπορεύσιμο, untracked => δίχως παρακολούθηση, untraceable => ανιχνεύσιμος,