Greek Meaning of unstrap
λύνω
Other Greek words related to λύνω
Nearest Words of unstrap
Definitions and Meaning of unstrap in English
unstrap (v)
remove the strap or straps from
FAQs About the word unstrap
λύνω
remove the strap or straps from
λύνω,λύνω το κορδόνι,απελευθερώνω,λύνω,αποσυνδέω,αναίρεση,λύνω,χαλαρώνω,χαλαρώνω,περνάω κλωστή
δέσιμο,σχοινί,σκοινί,γραβάτα,Συγκρότημα,Ιμάντας,νήμα,δοκός,σύρμα,σφιγ
unstrained => χαλαρωμένος, unstrain => χαλαρός, unstoppered => ανοιγμένο, unstoppable => ασταμάτητο, unstop => σταματάω,