Greek Meaning of tropically
τροπικά
Other Greek words related to τροπικά
Nearest Words of tropically
- tropical zone => Τροπική ζώνη
- tropical year => τροπικό έτος
- tropical sprue => Τροπικός γλοιώδης κεφαλής
- tropical sore => τροπικό έλκος
- tropical rain forest => τροπική βροχερή δάση
- tropical prawn => Τροπικές γαρίδες
- tropical pitcher plant => Καρnivorous φυτό ζούγκλας
- tropical medicine => Τροπική ιατρική
- tropical => τροπικός
- tropic of capricorn => Τροπικός του Αιγόκερω
Definitions and Meaning of tropically in English
tropically (r)
in a tropical manner
tropically (adv.)
In a tropical manner; figuratively; metaphorically.
FAQs About the word tropically
τροπικά
in a tropical mannerIn a tropical manner; figuratively; metaphorically.
ισημερινός,υποτροπικός,υποτροπικός,Χαμηλός,υποτροπικό,υποτροπικός
πολικός, πολωτικός,εύκρατο
tropical zone => Τροπική ζώνη, tropical year => τροπικό έτος, tropical sprue => Τροπικός γλοιώδης κεφαλής, tropical sore => τροπικό έλκος, tropical rain forest => τροπική βροχερή δάση,