FAQs About the word troller

τρολ

a fisherman who uses a hook and lineOne who trolls.

ψαράς,ψαράς με μύγα,Τράτα,ψαράς,ψαράς,ψαράς,ψαρά,βράγχια,σέρφκαστερ,ψαράς τράτας

No antonyms found.

trolled => τρολαρίστηκε, troll => Τρολ, trojan war => Τρωικός πόλεμος, trojan horse => Δούρειος Ίππος, trojan => Δούρειος Ίππος,