Greek Meaning of trilobation
τρίλοβος
Other Greek words related to τρίλοβος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of trilobation
- trilobated => τριλοβωτός
- trilobate => τρίλοβος
- trillo => τρίλος
- trillium sessile => Τρίλιουμ το άμισχο
- trillium recurvatum => Τρίλιο (φυτό)
- trillium family => Τριλλιοειδή
- trillium erectum => τριλλιουμ ερεκτομ
- trillium => τρίλλιο
- trillionth => τρισεκατομμυριοστό
- trillion floating point operations per second => Τρισεκατομμύρια πράξεις κινητής υποδιαστολής το δευτερόλεπτο
Definitions and Meaning of trilobation in English
trilobation (n.)
The state of being trilobate.
FAQs About the word trilobation
τρίλοβος
The state of being trilobate.
No synonyms found.
No antonyms found.
trilobated => τριλοβωτός, trilobate => τρίλοβος, trillo => τρίλος, trillium sessile => Τρίλιουμ το άμισχο, trillium recurvatum => Τρίλιο (φυτό),