Greek Meaning of travel purposefully
Ταξίδι με σκοπό
Other Greek words related to Ταξίδι με σκοπό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of travel purposefully
- travel plan => Πρόγραμμα ταξιδιού
- travel kit => Ταξιδιωτικό κιτ
- travel iron => Σίδερο ταξιδίου
- travel guidebook => Οδηγός ταξιδιού
- travel expense => Έξοδα ταξιδίου
- travel by => ταξιδεύω με
- travel bargain => Επεκτατικό ταξίδι
- travel and entertainment account => Λογαριασμός ταξιδίων και ψυχαγωγίας
- travel along => ταξιδεύοντας κατά μήκος
- travel allowance => Επίδομα ταξιδίου
- travel rapidly => ταξιδεύω γρήγορα
- travel reimbursement => Επιστροφή εξόδων ταξιδιού
- travel time => Χρόνος ταξιδίου
- travel to => Ταξιδιώτησε σε
- travelable => Προσπελάσιμο
- traveled => ταξίδεψε
- traveler => ταξιδιώτης
- traveler's check => ταξιδιωτική επιταγή
- traveler's joy => Κληματίτης ο κοινός
- traveler's letter of credit => Ταξιδιωτική επιστολή πίστωσης
Definitions and Meaning of travel purposefully in English
travel purposefully (v)
travel volitionally and in a certain direction with a certain goal
FAQs About the word travel purposefully
Ταξίδι με σκοπό
travel volitionally and in a certain direction with a certain goal
No synonyms found.
No antonyms found.
travel plan => Πρόγραμμα ταξιδιού, travel kit => Ταξιδιωτικό κιτ, travel iron => Σίδερο ταξιδίου, travel guidebook => Οδηγός ταξιδιού, travel expense => Έξοδα ταξιδίου,