FAQs About the word transvasate

μεταγγίζω

To pour out of one vessel into another.

No synonyms found.

No antonyms found.

transvaal kafferboom => Σύριγγα του Τράνσβααλ, transvaal daisy => Τρανσβάαλ μαργαρίτα, transvaal => Τρανσβάαλ, transurethral resection of the prostate => Διουρηθρική εκτομή του προστάτη, transuranic element => Υπερουράνιο στοιχείο,