Greek Meaning of tippled
έπινε γουλιές
Other Greek words related to έπινε γουλιές
Nearest Words of tippled
Definitions and Meaning of tippled in English
tippled (imp. & p. p.)
of Tipple
tippled (a.)
Intoxicated; inebriated; tipsy; drunk.
FAQs About the word tippled
έπινε γουλιές
of Tipple, Intoxicated; inebriated; tipsy; drunk.
μεθυσμένος,ήπιε,σαλιάρα,γλέντησε,καταβρόχθισα,πίνω πολύ,μεθυσμένος,απόλαυσε,γλεντούσε,βρεγμένος
Αποχή
tipple => ποτό, tipping => φιλοδώρημα, tippet => φουλάρι, tipper truck => Ανατρεπόμενο φορτηγό, tipper lorry => Ανατρεπόμενο φορτηγό,