Greek Meaning of thyrotrophic hormone
Θυρεοειδοτρόπος ορμόνη
Other Greek words related to Θυρεοειδοτρόπος ορμόνη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of thyrotrophic hormone
- thyrotoxicosis => Θυρεοτοξίκωση
- thyrotoxic => τοξικός θυρεοειδής
- thyrotomy => Θυρεοτομία
- thyroprotein => Θυροπρωτεΐνη
- thyronine => Θυρονίνες
- thyromegaly => βρογχοκήλη
- thyroid-stimulating hormone => Θυρεοειδοτρόπος ορμόνη
- thyroiditis => Θυρεοειδίτιδα
- thyroidectomy => Θυρεοειδεκτομή
- thyroideal => θυρεοειδής
- thyrotrophin => θυρεοτροπίνη
- thyrotropic hormone => Θυρεοτρόπος ορμόνη
- thyrotropin => Θυρεοτροπίνη
- thyrotropin-releasing factor => παράγοντας απελευθέρωσης θυρεοειδοτρόπου ορμόνης
- thyrotropin-releasing hormone => Ορμόνη εκλυτική της θυρεοτρόπου ορμόνης
- thyroxin => Θυροξίνη
- thyroxine => Θυροξίνη
- thyrse => θύρσος
- thyrsi => Θύρσοι
- thyrsoid => θυρσοειδής
Definitions and Meaning of thyrotrophic hormone in English
thyrotrophic hormone (n)
anterior pituitary hormone that stimulates the function of the thyroid gland
FAQs About the word thyrotrophic hormone
Θυρεοειδοτρόπος ορμόνη
anterior pituitary hormone that stimulates the function of the thyroid gland
No synonyms found.
No antonyms found.
thyrotoxicosis => Θυρεοτοξίκωση, thyrotoxic => τοξικός θυρεοειδής, thyrotomy => Θυρεοτομία, thyroprotein => Θυροπρωτεΐνη, thyronine => Θυρονίνες,