Greek Meaning of thermel
θερμή
Other Greek words related to θερμή
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of thermel
- thermantidote => Αντίδοτο θερμότητας
- thermally => θερμικά
- thermalgesia => Θερμοαλγησία
- thermal spring => Θερμή πηγή
- thermal resistor => Θερμική αντιστάθμιση
- thermal reactor => Θερμικός αντιδραστήρας
- thermal printer => Θερμικός εκτυπωτής
- thermal pollution => θερμική ρύπανση
- thermal equilibrium => θερμική ισορροπία
- thermal emission => Θερμική εκπομπή
- thermetograph => θερμογράφος
- thermic => θερμικός
- thermic fever => Πυρετός θερμικής καταγωγής
- thermidor => Θερμιδώρ
- thermifugine => Θερμοφυγή
- thermion => Θέρμιο
- thermionic => Θερμιονικός
- thermionic current => Θερμοηλεκτρικό ρεύμα
- thermionic emission => θερμιονική εκπομπή
- thermionic tube => Ηλεκτρονικός Λάμπας
Definitions and Meaning of thermel in English
thermel (n)
a thermometer that uses thermoelectric current to measure temperature
FAQs About the word thermel
θερμή
a thermometer that uses thermoelectric current to measure temperature
No synonyms found.
No antonyms found.
thermantidote => Αντίδοτο θερμότητας, thermally => θερμικά, thermalgesia => Θερμοαλγησία, thermal spring => Θερμή πηγή, thermal resistor => Θερμική αντιστάθμιση,