Greek Meaning of therm
Θερμ
Other Greek words related to Θερμ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of therm
- thermae => Θερμές
- thermal => Θερμικός
- thermal barrier => θερμικός φραγμός
- thermal emission => Θερμική εκπομπή
- thermal equilibrium => θερμική ισορροπία
- thermal pollution => θερμική ρύπανση
- thermal printer => Θερμικός εκτυπωτής
- thermal reactor => Θερμικός αντιδραστήρας
- thermal resistor => Θερμική αντιστάθμιση
- thermal spring => Θερμή πηγή
Definitions and Meaning of therm in English
therm (n)
a unit of heat equal to 100,000 British thermal units
FAQs About the word therm
Θερμ
a unit of heat equal to 100,000 British thermal units
No synonyms found.
No antonyms found.
theriotomy => τεριοτομία, theriodontia => θηριόδοντα, theriodonta => Θηριοδόντια, theriodont => θηριοδόντια, theridiidae => Έσπερος,