FAQs About the word take effect

τίθεμαι σε ισχύ

go into effect or become effective or operative

Πράξη,λειτουργώ,εκτελώ,παίρνω,δουλειά,επηρεάζω,αντιδρώ,απαντάω,Αποτέλεσμα,καταλαμβάνω

αποτυγχάνω παταγωδώς,σιγοβράζω

take down => αφαιρώ, take control => έλεγχο, take charge => Αναλαμβάνω την ευθύνη, take chances => Αναλαμβάνω ρίσκα, take care => Πρόσεχε,