Greek Meaning of strategical
στρατηγικός
Other Greek words related to στρατηγικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of strategical
- strategic warning => Στρατηγική προειδοποίηση
- strategic intelligence => Στρατηγική πληροφορία
- strategic buyout => Στρατηγικός εξαγορά
- strategic arms limitation talks => Διαπραγματεύσεις για τον περιορισμό των στρατηγικών όπλων
- strategic => στρατηγικός
- strategian => στρατηγός
- stratagem => τέχνασμα
- strassburg => Στρασβούργο
- strasbourg => Στρασβούργο
- strasberg => Στράσμπεργκ
- strategically => στρατηγικά
- strategics => στρατηγικές
- strategist => στρατηγός
- strategy => στρατηγική
- stratford-on-avon => Στράτφορντ-απόν-Έιβον
- stratford-upon-avon => Στράτφορντ-απόν-Άβο
- stratification => στρωματοποίηση
- stratified => στρωματογραφικός
- stratified language => Στρωματοποιημένη γλώσσα
- stratified sample => στρωματοποιημένο δείγμα
Definitions and Meaning of strategical in English
strategical (a)
relating to or concerned with strategy
FAQs About the word strategical
στρατηγικός
relating to or concerned with strategy
No synonyms found.
No antonyms found.
strategic warning => Στρατηγική προειδοποίηση, strategic intelligence => Στρατηγική πληροφορία, strategic buyout => Στρατηγικός εξαγορά, strategic arms limitation talks => Διαπραγματεύσεις για τον περιορισμό των στρατηγικών όπλων, strategic => στρατηγικός,