Greek Meaning of stock exchange
Χρηματιστήριο
Other Greek words related to Χρηματιστήριο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of stock exchange
- stock farmer => κτηνοτρόφος
- stock image => Εικόνα αρχείου
- stock index => Δείκτης μετοχών
- stock issue => Έκδοση μετοχών
- stock list => Κατάλογος αποθεμάτων
- stock market => χρηματιστήριο
- stock market index => Δείκτης χρηματιστηρίου
- stock of record => Μετοχές σε κυκλοφορία
- stock option => δικαίωμα προαίρεσης μετοχών
- stock photograph => Φωτογραφικό αρχείο
Definitions and Meaning of stock exchange in English
stock exchange (n)
an exchange where security trading is conducted by professional stockbrokers
FAQs About the word stock exchange
Χρηματιστήριο
an exchange where security trading is conducted by professional stockbrokers
No synonyms found.
No antonyms found.
stock dividend => Μέρισμα μετοχών, stock cube => Κύβος ζωμού, stock company => ανώνυμη εταιρεία, stock certificate => Μετοχή, stock car => στόκ καρ,