FAQs About the word stiffens

σκληραίνει

to make or become stiff or stiffer, to make stiff or stiffer, to become stiff or stiffer

σκληραίνει

ανακουφίζει,λιγότερο,βελτιώνει,Μετριοπαθείς

stiffened => άκαμπτος, stiffed => άκαμπτος, stiff-arm => δύσκαμπτο χέρι, sties => κριθάρι, sticky wicket => δύσκολη κατάσταση,