Greek Meaning of springbok
Σπρίνγκμποκ
Other Greek words related to Σπρίνγκμποκ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of springbok
- springboard => βατήρας
- spring-blooming => ανοιξιάτικος/-η/-ο
- spring water => Νερό πηγής
- spring vetchling => Βικία
- spring vetch => Βικάκι της άνοιξης
- spring up => αναδύομαι
- spring training => Εαρινή προπόνηση
- spring to mind => έρχεται στο μυαλό
- spring steel => Ελατηριωτό ατσάλι
- spring squill => διφυλής αυγοκύαθος
- springbuck => Σπρίνγκμποκ
- spring-clean => ανοιξιάτικο καθάρισμα
- spring-cleaning => ανοιξιάτικο καθάρισμα
- springer => Σπρίνγκερ
- springer spaniel => Σπρίνγκερ Σπάνιελ
- springfield => Σπρίνγκφιλντ
- spring-flowering => ανοιξιάτικα άνθη
- springiness => ελαστικότητα
- springing cow => Το άλμα αγελάδας
- springless => ανελατηριώδης
Definitions and Meaning of springbok in English
springbok (n)
a South African gazelle noted for springing lightly into the air
FAQs About the word springbok
Σπρίνγκμποκ
a South African gazelle noted for springing lightly into the air
No synonyms found.
No antonyms found.
springboard => βατήρας, spring-blooming => ανοιξιάτικος/-η/-ο, spring water => Νερό πηγής, spring vetchling => Βικία, spring vetch => Βικάκι της άνοιξης,