FAQs About the word split ticket

Διαχωρισμένο εισιτήριο

a ballot cast by a voter who votes for candidates from more than one party

No synonyms found.

No antonyms found.

split switch => Διαιρούμενος διακόπτης, split stuff => διαμερισμένα πράγματα, split stitch => Διπλή ραφή, split shot => Διασπασμένο σκάγι, split shift => διαχωρισμένη βάρδια,