Greek Meaning of sphenion
σφήνιον
Other Greek words related to σφήνιον
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of sphenion
- spheniscidae => Σφηνισκίδες
- sphenisciform seabird => Σφηνίσκιδες θαλάσσια πτηνά
- sphenisciformes => σφηνίσκιδες
- spheniscus => πινγκουίνος
- spheniscus demersus => Αφρικανικός πιγκουίνος
- sphenodon => Τουατάρα
- sphenodon punctatum => Σφαινόδοντας ο βρογχωτός
- sphenoid => σφηνοειδές οστό
- sphenoid bone => Σφηνοειδές οστούν
- sphenoid fontanel => σφηνοειδής κρανιακή συμφυσις
Definitions and Meaning of sphenion in English
sphenion (n)
the anterior tip of the parietal bone
FAQs About the word sphenion
σφήνιον
the anterior tip of the parietal bone
No synonyms found.
No antonyms found.
sphecotheres => Σφηκοθήρες, sphecoidea => Σφήκες, sphecoid wasp => Σφηκοειδής σφήκα, sphecoid => σφαιροειδές, sphecius speciosis => Σφήκα γιγάντιου φύλλου,