FAQs About the word skall

κρανίο

To scale; to mount.

No synonyms found.

No antonyms found.

skaling => κλιμάκωση, skaldic => Σκαλδικός, skald => Σκαλδοί, skaith => ζημιά, skainsmate => σύντροφος του σκέιν,