FAQs About the word shopboard

πάγκος εργασίας

A bench or board on which work is performed; a workbench.

No synonyms found.

No antonyms found.

shopaholic => εθισμένος στα ψώνια, shop window => Βιτρίνα, shop talk => Πλας, shop steward => Μέλος του εργατικού συμβουλίου, shop mechanic => Μηχανικός καταστήματος,