Greek Meaning of shoeblack
λουστράκος
Other Greek words related to λουστράκος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of shoeblack
- shoebird => Λεπτοπλάτης
- shoebill => Πελαργός με ράμφο παπουτσιού
- shoe string => κορδόνι υποδήματος
- shoe store => κατάστημα παπουτσιών
- shoe shop => Κατάστημα υποδημάτων
- shoe repairing => Επισκευή παπουτσιών
- shoe polish => βερνίκι παπουτσιών
- shoe leather => Δέρμα υποδήματος
- shoe lace => Κορδόνια παπουτσιών
- shoe industry => Βιομηχανία υποδημάτων
Definitions and Meaning of shoeblack in English
shoeblack (n)
a person who polishes shoes and boots
shoeblack (n.)
One who polishes shoes.
FAQs About the word shoeblack
λουστράκος
a person who polishes shoes and bootsOne who polishes shoes.
No synonyms found.
No antonyms found.
shoebird => Λεπτοπλάτης, shoebill => Πελαργός με ράμφο παπουτσιού, shoe string => κορδόνι υποδήματος, shoe store => κατάστημα παπουτσιών, shoe shop => Κατάστημα υποδημάτων,