Greek Meaning of sense of hearing
Ακοή
Other Greek words related to Ακοή
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of sense of hearing
- sense of equilibrium => αίσθηση ισορροπίας
- sense of duty => αίσθημα καθήκοντος
- sense of direction => αίσθηση προσανατολισμού
- sense of balance => αίσθηση ισορροπίας
- sense modality => Αισθητική ενότητα
- sense impression => αισθητική εντύπωση
- sense experience => αισθητική εμπειρία
- sense datum => Αισθησιακό δεδομένο
- sense => αίσθηση
- sensationally => αισθησιακά
- sense of humor => αίσθηση του χιούμορ
- sense of humour => Αίσθηση του χιούμορ
- sense of movement => Αίσθηση κίνησης
- sense of purpose => αίσθηση σκοπού
- sense of responsibility => Αίσθηση ευθύνης
- sense of right and wrong => Αίσθηση του δικαίου και του αδίκου
- sense of shame => Αίσθημα ντροπής
- sense of smell => όσφρηση
- sense of taste => Γεύση
- sense of the meeting => αίσθηση της συνάντησης
Definitions and Meaning of sense of hearing in English
sense of hearing (n)
the ability to hear; the auditory faculty
FAQs About the word sense of hearing
Ακοή
the ability to hear; the auditory faculty
No synonyms found.
No antonyms found.
sense of equilibrium => αίσθηση ισορροπίας, sense of duty => αίσθημα καθήκοντος, sense of direction => αίσθηση προσανατολισμού, sense of balance => αίσθηση ισορροπίας, sense modality => Αισθητική ενότητα,