Greek Meaning of semiproof
Μισή απόδειξη
Other Greek words related to Μισή απόδειξη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of semiproof
- semiprofessional => ημιεπαγγελματίας
- semi-processed => ημιτελές
- semipro => Ημιεπαγγελματίας
- semiprivate => ημι-ιδιωτικός
- semiprecious => ημιπολύτιμος
- semipolitical => ημιπολιτικός
- semiplume => ημιπτέρωμα
- semiphlogisticated => Ημιφλογιστικός
- semiperspicuous => ημιδιαφανής
- semipermeable membrane => Ημιπερατή μεμβράνη
- semi-prostrate => ημιξαπλωμένος
- semipublic => ημιδημόσιο
- semiquadrate => ημιτετράγωνο
- semiquartile => ημιτεταρτημόριο
- semiquaver => δέκατο έκτο
- semiquintile => Ημιπεντάγωνο
- semiradial => ημι-ακτινικός
- semiradial engine => Ημιακτινικός κινητήρας
- semirecondite => ημι-απόκρυφος
- semirigid => Ημι-άκαμπτος
Definitions and Meaning of semiproof in English
semiproof (n.)
Half proof; evidence from the testimony of a single witness.
FAQs About the word semiproof
Μισή απόδειξη
Half proof; evidence from the testimony of a single witness.
No synonyms found.
No antonyms found.
semiprofessional => ημιεπαγγελματίας, semi-processed => ημιτελές, semipro => Ημιεπαγγελματίας, semiprivate => ημι-ιδιωτικός, semiprecious => ημιπολύτιμος,