FAQs About the word sects

αιρέσεις

sex sense 1, a group adhering to a distinctive doctrine or to a leader, one regarded as extreme or heretical, party, a religious denomination, a dissenting or s

παρατάξεις,κόμματα,μπλοκ,Συνασπισμοί,Πλευρές,Ομάδες,φτερά,τετράγωνα,σώματα,Καύκοι

No antonyms found.

sections => ενότητες, sectioning => τμηματοποίηση, sectarians => αιρετικοί, sectarianisms => Σεχταρισμός, secrets => μυστικά,