Greek Meaning of scientific method
Επιστημονική μέθοδος
Other Greek words related to Επιστημονική μέθοδος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of scientific method
- scientific knowledge => επιστημονική γνώση
- scientific instrument => Επιστημονικό όργανο
- scientific fact => Επιστημονικό γεγονός
- scientific discipline => επιστημονική κλάδος
- scientific agriculture => Επιστημονική γεωργία
- scientific => Επιστημονικός
- sciential => επιστημονικός
- scienter => εκ προθέσεως
- scient => επιστημονικός
- science teacher => Καθηγητής φυσικής
- scientific research => Επιστημονική έρευνα
- scientific theory => επιστημονική θεωρία
- scientifical => επιστημονικός
- scientifically => επιστημονικά
- scientist => επιστήμονας
- scientology => σαηεντολογία
- scilicet => Δηλαδή
- scilla => Κολχικό
- scilla nonscripta => Σκιλλάς ο ανεπίγραφος
- scilla verna => Σκίλλα η εαρινή
Definitions and Meaning of scientific method in English
scientific method (n)
a method of investigation involving observation and theory to test scientific hypotheses
FAQs About the word scientific method
Επιστημονική μέθοδος
a method of investigation involving observation and theory to test scientific hypotheses
No synonyms found.
No antonyms found.
scientific knowledge => επιστημονική γνώση, scientific instrument => Επιστημονικό όργανο, scientific fact => Επιστημονικό γεγονός, scientific discipline => επιστημονική κλάδος, scientific agriculture => Επιστημονική γεωργία,