FAQs About the word sarceled

σκαλισμένος

Cut through the middle.

No synonyms found.

No antonyms found.

sarcel => κουρκούτι, sarcastically => σαρκαστικά, sarcastical => σαρκαστικός, sarcastic => σαρκαστικός, sarcasmous => σαρκαστικός,