FAQs About the word sarapes

σεράπες

a colorful woolen shawl worn over the shoulders especially by Mexican men

ακρωτήρια,σάλια,Στόλες,λαχματζούν,μπουρνούς,κάπες,Μανδύες,ντόμινο,φορέματα,μανδύες

No antonyms found.

sapiences => σοφίες, sank one's teeth into => Βύθισε τα δόντια του, sanitoriums => σανατόρια, sanitorium => σανατόριο, sanitoria => σανατόριο,