FAQs About the word santoninate

σαντονινικό

A salt of santoninic acid.

No synonyms found.

No antonyms found.

santonin => σαντονίνη, santonic => σαντονίνη, santonate => Σαντονίνη, santon => Άγιος, santolina chamaecyparissus => Σαντόλινα,